Η ανέγερση του κτιρίου έγινε το 1930 σε οικόπεδο έκτασης τριών στρεμμάτων, που το δώρισε ο Ηρακλής Κρητικός, ένας από τους 'Αρχοντες της κωμόπολης. Η τοιχοποιία ήταν πέτρινη, για την οποία εργάστηκαν έμπειροι τεχνίτες από την Ήπειρο. Οι κάτοικοι πρόσφεραν με μεγάλη προθυμία προσωπική εργασία, ενώ το κράτος ήρθε ως αρωγός μ' ένα χρηματικό ποσό.

     Το 1943 ανατινάχτηκε από τους Γερμανοϊταλούς και ανοικοδομήθηκε το 1950 πάνω στα ίδια θεμέλια, με δαπάνες του κράτους και προσωπική εργασία των κατοίκων.

     Το διδακτήριο αποτελούνταν από έξι ευρύχωρες αίθουσες διδασκαλίας και δύο γραφεία, του διευθυντή και του προσωπικού. Είναι πέτρινο και η στέγη του καλύπτεται με ευρωπαϊκά κεραμίδια. Είναι χτισμένο στο βόρειο μέρος της κωμόπολης, πάνω σ' ένα υψωματάκι και αποτελεί αληθινό στολίδι του οικισμού.

     Το 1970, έπειτα από 20 χρόνια, αντικαταστάθηκε η ετοιμόρροπη, παλιά στέγη με άλλη, που έγινε με σουηδική ξυλεία και ευρωπαϊκά κεραμίδια.

     Τον Ιούνιο του 2004 και μετά τις μακροχρόνιες προσπάθειες των διευθυντών του σχολείου, εγκαινιάστηκε το νέο κτίριο, που αποτελεί και επέκταση του παλαιού κτιρίου. Αποτελείται από έξι καινούριες αίθουσες, αίθουσα πληροφορικής, αίθουσα τμήματος ένταξης, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, γραφείο διευθυντή και δύο γραφεία εκπαιδευτικού προσωπικού.

      Το 2015 και κατόπιν ενεργειών του διευθυντή του σχολείου έγιναν έργα επισκευής και συντήρησης  στο πέτρινο διδακτήριο. Αντικαταστάθηκε εκ νέου  ύστερα από 35 χρόνια η στέγη με καινούρια ξυλεία και κεραμίδια, καθώς επίσης οι οροφές των αιθουσών με γυψοσανίδες και ο φωτισμός τους.

     Με τα  έργα  αυτά και την υλικοτεχνική υποδομή που διαθέτει, η σχολική κοινότητα της Μακρακώμης απέκτησε ένα κτίριο σύγχρονων προδιαγραφών για την εκπαίδευση των μικρών μαθητών.